Τι θα κάναμε χωρίς το Facebook;


Θα μεγάλωνε η ημέρα μας κατά περίπου 5 ώρες. Θα αποκτούσε και πάλι μπαταρία το κινητό μας. Θα ξεκουράζονταν οι αντίχειρές μας. Θα μας «έχαναν» οι παλιοί συμμαθητές και οι «προχωρημένες» τεχνολογικά θείες μας. Δεν θα μαθαίναμε που ήπιαν ποτό οι πρώην μας και δεν θα ξέραμε με ποιον και πού να πλακωθούμε για τη χρήση της μάσκας και τα υπόλοιπα μέτρα κατά του κοροναϊού.



Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης πάντως, με τίτλο «Κι αν έπεφτε το Facebook;», οι συνέπειες θα ήταν αρκετά σοβαρότερες.

Το βασικό συμπέρασμα των ερευνητών Καρλ Εμαν και Νικίτα Άγκαρβαλ είναι ότι οι μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες είναι απίθανο να κλείσουν ξαφνικά, όμως αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, οι χρήστες και η σύγχρονη κοινωνία είναι παντελώς απροετοίμαστες να το αντιμετωπίσουν.

«Ο ‘θάνατος’ μιας παγκόσμιας πλατφόρμας ψηφιακής επικοινωνίας, όπως το Facebook θα μπορούσε να έχει καταστροφικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες και για αμέτρητες κοινότητες που βασίζονται σε αυτήν την πλατφόρμα σε καθημερινή βάση, και για χρήστες τα δεδομένα των οποίων συλλέγει και αποθηκεύει το Facebook» γράφουν οι δύο ερευνητές.

Για τους χρήστες, μια ενδεχόμενη κατάρρευση του Facebook θα μπορούσε να επηρεάσει πολλές διαφορετικές πτυχές της ζωής τους, ξεκινώντας φυσικά από το ότι θα έχαναν την ίδια τη χρήση του site. Όπως αναφέρει στον Guardian η Άγκαρβαλ, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό πρόβλημα, σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες «όπου το Facebook είναι ο βασικός τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων».

Μια ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη, σύμφωνα με την έρευνα, θα ήταν σε περίπτωση πτώχευσής της, η εταιρεία να προχωρήσει σε πώληση όλων των προσωπικών δεδομένων και του υλικού που έχει στη διάθεσή της, ή θα μπορούσε απλώς να τα διαγράψει, πριν οι χρήστες προλάβουν να τα αποθηκεύσουν.

Μια ενδεχόμενη κατάρρευση της Facebook, προσθέτουν οι ερευνητές, θα μπορούσε να προκαλέσει την απώλεια μεγάλης ποσότητας ιστορικού υλικού, η χρήση του οποίου δεν είναι ακόμα δυνατόν να αξιολογηθεί.

Σύμφωνα με την Άγκαρβαλ, όπως έδειξε και το παράδειγμα της κατάρρευσης της Lehman Brothers και γενικά της κρίσης των τραπεζών, η πτώση μιας εταιρείας του μεγέθους της Facebook είναι σχεδόν αδύνατη να συμβεί, όμως, όπως μας δίδαξε η οικονομική κρίση, οι κοινωνίες χρειάζονται ένα σχέδιο αντίδρασης ακόμα και για το πιο απίθανο σενάριο.

«Προχωρήσαμε σε μια αναλογία με τους «συστημικά αναγκαίους οικονομικούς οργανισμούς, ως μια απάντηση στο πρόβλημα ‘πολύ ισχυροί για αποτύχουν’. Υπάρχουν πολλοί και ενδιαφέροντες παραλληλισμοί αναφορικά με τους οργανισμούς που είναι αναγκαίο να διατηρηθούν αλλά που δεν θα πρέπει να τους κρατάμε ανοιχτούς με κάθε κόστος» δηλώνει η Άγκαρβαλ.

Οι δύο επιστήμονες προτείνουν ένα νέο τρόπο αντιμετώπισης των «συστημικά σημαντικών τεχνολογικών οργανισμών» που θα θέτει κανόνες και περιορισμούς σε εταιρείες όπως το Facebook, προκειμένου να μειώνονται οι κίνδυνοι που διατρέχει η κοινωνία σε περίπτωση κατάρρευσής τους.

«Κάποιες φορές αισθάνομαι ότι η φράση ‘πολύ ισχυροί για να αποτύχουν’ ερμηνεύεται ως ‘τόσο σημαντικοί που θα πρέπει να μείνουν για πάντα’, αλλά βασικά αυτό που εμείς λέμε είναι ‘πολύ ισχυροί για να πέσουν με έναν ταραχώδη και ανοργάνωτο τρόπο» λέει ο Έμαν.

Η σύγκριση των τεχνολογικών κολοσσών με τις τράπεζες δείχνουν και τον τρόπο που οι «εχθροί» και οι ανταγωνιστές τους, θα έπρεπε ίσως να σκέφτονται.

«Υπάρχουν πολλοί που δεν είναι καθόλου ικανοποιημένοι με το μέγεθος της δύναμης που έχουν αποκτήσει οι τράπεζες, λίγοι όμως θα ήταν χαρούμενοι αν τις έβλεπαν να καταρρέουν μέσα σε μια νύχτα, παίρνοντας μαζί τους, όλα τα χρήματα των πελατών τους», αναφέρει ο Έμαν

Καλού κακού πάντως, μέχρι τουλάχιστον να δούμε αν η έρευνα αυτή οδηγήσει σε θεσμοθετημένα μέτρα, εμείς μπορούμε να εφαρμόσουμε κάποια προσωπικά μέτρα προστασίας.

Είτε αποθηκεύοντας τις αγαπημένες μας φωτογραφίες (μόνο τις δικές μας, των πρώην απαγορεύεται) είτε με το να ξαναθυμηθούμε πώς είναι να τρως, να πίνεις, να διαβάζεις, να διασκεδάζεις, χωρίς να «χρειάζεται» να το «ανεβάσεις» σε κάποια πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης.